Greek Meaning of pampering
Χάιδεμα
Other Greek words related to Χάιδεμα
- χυτοσίδηρος
- κοντά
- συνειδητός
- ακριβές
- απαιτητικός
- επιλεκτικός
- Σκληρή γραμμή
- άκαμπτος
- σχολαστικός
- επιμελής
- σχολαστικός
- άκαμπτος
- αυστηρός
- συνειδητός
- αυστηρός
- αυστηρός
- αδιάλλακτος
- αμετάπειστος
- με ορείχαλκο
- αποφασισμένος
- στερεός
- αμείλικτος
- Επιλεγμένο
- σταθερός
- πεισματάρης
- επίμονος
- ακλόνητος
- σταθερός
- αδαμάντινος
- επίμονος
- αποφασισμένος
- άκαμπτος
Nearest Words of pampering
Definitions and Meaning of pampering in English
pampering (n)
the act of indulging or gratifying a desire
pampering (s)
gratifying tastes, appetites, or desires
pampering (p. pr. & vb. n.)
of Pamper
FAQs About the word pampering
Χάιδεμα
the act of indulging or gratifying a desire, gratifying tastes, appetites, or desiresof Pamper
εύκολος,εύκολος,ήπιος,επιεικής,παρακαλώ,επιεικής,ελεήμων,ήπιος,κακομαθαίνω,ανεκτικός
χυτοσίδηρος,κοντά,συνειδητός,ακριβές,απαιτητικός,επιλεκτικός,Σκληρή γραμμή,άκαμπτος,σχολαστικός,επιμελής
pamperer => χαϊδεμένος άνθρωπος, pampered => Κακομαθημένος, pamper => κακομαθαίνω, pampas grass => Πάμπας γκρας, pampas => Πάμπας,