Greek Meaning of relenting

επιεικής

Other Greek words related to επιεικής

Definitions and Meaning of relenting in English

Webster

relenting (p. pr. & vb. n.)

of Relent

FAQs About the word relenting

επιεικής

of Relent

συγκαταβατικός,συμβατός,εύκαμπτος, εύπλαστος,υποχωρητικός,συμμορφούμενος,Αποδεκτός,ευχάριστος,Επιδεκτικός,υπάκουος,ευέλικτος

αμετάπειστος,αδαμάντινος,επίμονος,σκληρός,σκληρυμένο,πεισματάρης,πεισματάρης,ακίνητος,αμείλικτος,άκαμπτος

relented => ενέδωσε, relent => επιμένω, relegation => υποβιβασμός, relegating => υποβιβάζοντας, relegated => υποβιβασμένος,