Greek Meaning of self-opinionated

Εγωκεντρικός

Other Greek words related to Εγωκεντρικός

Definitions and Meaning of self-opinionated in English

Wordnet

self-opinionated (s)

obstinate in your opinions

FAQs About the word self-opinionated

Εγωκεντρικός

obstinate in your opinions

αμετάπειστος,δογματικός,δογματικός,Γνώμη,γνώμης,Γνώμη,πεισματάρης,Δογματικός,πεισματάρης,πεισματάρης

Ευρύχωρος,Λατιτουδινάριος,αδίδακτος,ανοιχτό,ανοιχτόμυαλος,δεκτικός,αδόγματος

self-opinion => αυτοπεποίθηση, self-opininating => αυτοπροσδιοριζόμενος, self-one => το ένα αυτοπρόσωπο, selfness => Εγωισμός, self-neglecting => αυτοαμελούμενος,