Greek Meaning of underprivileged

Υποβαθμισμένος

Other Greek words related to Υποβαθμισμένος

Definitions and Meaning of underprivileged in English

Wordnet

underprivileged (a)

lacking the rights and advantages of other members of society

FAQs About the word underprivileged

Υποβαθμισμένος

lacking the rights and advantages of other members of society

καταθλιπτικός,στερημένος,μειονεκτούντες,φτωχοποιημένος,φτωχός,φτωχός,φτωχός,χωρίς προνόμια,Χρεωκοπία,χρεοκοπημένος

πλεονεκτικός,Ευκατάστατοι,τυχερός,τυχερός,προνομιούχος,πλούσιος,πλούσιος,ευλογημένος,ευλογημένος,άνετος

underprice => πωλώ κάτω από την τιμή, underpraise => Υποτίμηση, underpossessor => κατώτερος κάτοχος, underpopulated => αραιοκατοικημένος, underpoise => λιποβαρής,