Greek Meaning of displacing
μετατοπίζοντας
Other Greek words related to μετατοπίζοντας
- μετακινούμενο
- µετακόμιση
- Απομάκρυνση
- μετατόπιση
- μεταφορά
- φέροντας
- μεταφέροντας
- εξάρθρωση
- ανησυχητικό
- μεταφορά
- αντικαθιστώντας
- Επανάταξη
- μεταφορικός
- μεταφορά
- τροποποίηση
- ρουλεμάν
- ταλαντευόμενος
- οδήγηση
- κουβαλώντας
- Τροποποίηση
- επαναδημιουργία
- ανακαίνιση
- ανανέωση
- αναθεώρηση
- αναθεώρηση
- υπερισχύων
- αντικατάσταση
- φέροντας
- εκπέμπομενος
- μεταμόσχευση
- μεταβλητός
Nearest Words of displacing
- displacer => εκτοπιστής
- displacency => ικανοποίηση
- displacement unit => Μονάδα μετατόπισης
- displacement reaction => Αντίδραση μετατόπισης
- displacement => μετατόπιση
- displaced person => εκτοπισμένο άτομο
- displaced fracture => Εκτόπισμα κατάγματος
- displaced => εκτοπισμένος
- displaceable => εκτοπίσιμος
- displace => εκτοπίζω
Definitions and Meaning of displacing in English
displacing (p. pr. & vb. n.)
of Displace
FAQs About the word displacing
μετατοπίζοντας
of Displace
μετακινούμενο,µετακόμιση,Απομάκρυνση,μετατόπιση,μεταφορά,φέροντας,μεταφέροντας,εξάρθρωση,ανησυχητικό,μεταφορά
αγκύρωση,επιδιόρθωση,κατάψυξη,προστασία,ρύθμιση,σταθεροποιητικός,ενσωμάτωση,οχυρωματική,ενσωμάτωση,εμφύτευση
displacer => εκτοπιστής, displacency => ικανοποίηση, displacement unit => Μονάδα μετατόπισης, displacement reaction => Αντίδραση μετατόπισης, displacement => μετατόπιση,