Greek Meaning of repositioning

Επανάταξη

Other Greek words related to Επανάταξη

Definitions and Meaning of repositioning in English

Wordnet

repositioning (n)

the act of placing in a new position

FAQs About the word repositioning

Επανάταξη

the act of placing in a new position

μετακινούμενο,µετακόμιση,Απομάκρυνση,μετατόπιση,μεταφορά,φέροντας,μεταφέροντας,εξάρθρωση,μετατοπίζοντας,ανησυχητικό

αγκύρωση,επιδιόρθωση,κατάψυξη,αγκυροβόλιο,προστασία,ρύθμιση,σταθεροποιητικός,ενσωμάτωση,οχυρωματική,ενσωμάτωση

reposition => Επανατοποθέτηση, repositing => κατάθεση, reposited => κατατέθηκε, reposit => επανατοποθέτηση, reposing => αναπαυόμενος,