Greek Meaning of transplanting
μεταμόσχευση
Other Greek words related to μεταμόσχευση
- φέροντας
- μεταφέροντας
- μετατοπίζοντας
- οδήγηση
- μεταφορά
- κουβαλώντας
- μετακινούμενο
- Απομάκρυνση
- αντικαθιστώντας
- Επανάταξη
- μετατόπιση
- φέροντας
- μεταφορά
- εκπέμπομενος
- μεταφορικός
- μεταφορά
- µετακόμιση
- τροποποίηση
- ρουλεμάν
- εξάρθρωση
- ανησυχητικό
- Τροποποίηση
- επαναδημιουργία
- αναθεώρηση
- αντικατάσταση
- ανακαίνιση
- αναθεώρηση
- υπερισχύων
- ταλαντευόμενος
- μεταβλητός
- μεταποίηση
- επανεκτέλεση
- επανασχεδιασμός
- ανανέωση
Nearest Words of transplanting
Definitions and Meaning of transplanting in English
transplanting (n)
the act of removing something from one location and introducing it in another location
transplanting (p. pr. & vb. n.)
of Transplant
FAQs About the word transplanting
μεταμόσχευση
the act of removing something from one location and introducing it in another locationof Transplant
φέροντας,,μεταφέροντας,μετατοπίζοντας,οδήγηση,μεταφορά,κουβαλώντας,μετακινούμενο,Απομάκρυνση,αντικαθιστώντας
αγκύρωση,επιδιόρθωση,κατάψυξη,αγκυροβόλιο,προστασία,ρύθμιση,σταθεροποιητικός,ενσωμάτωση,ενσωμάτωση,εμφύτευση
transplanter => φυτευτική μηχανή, transplanted => μεταμοσχευμένο, transplantation => μεταμόσχευση, transplantable => μεταμοσχεύσιμος, transplant => μεταμόσχευση,