Greek Meaning of revamping
ανανέωση
Other Greek words related to ανανέωση
- αλλοίωση
- αλλαγή
- διαφορά
- Τροποποίηση
- προσαρμογή
- τροποποίηση
- Επανασχεδιασμός
- επανεκτέλεση
- επανασχεδιασμός
- Μεταρρύθμιση
- επαναδημιουργία
- ανακαίνιση
- κριτική
- αναθεωρώ
- αναθεώρηση
- αναθεώρηση
- μετατόπιση
- Μεταμόρφωση
- παραλλαγή
- Διόρθωση
- Παραμόρφωση
- μετατόπιση
- παραμόρφωση
- διακύμανση
- μεταμόρφωση
- Διαμόρφωση
- μετάλλαξη
- Ταλάντωση
- διόρθωση
- κανονισμός
- αντικατάσταση
- υποκατάσταση
- Μεταμόρφωση
- Ρυθμίζω
Nearest Words of revamping
Definitions and Meaning of revamping in English
revamping
revise entry 1, to make like new again, remake, revise, renovate, reconstruct
FAQs About the word revamping
ανανέωση
revise entry 1, to make like new again, remake, revise, renovate, reconstruct
αλλοίωση,αλλαγή,διαφορά,Τροποποίηση,προσαρμογή,τροποποίηση,Επανασχεδιασμός,επανεκτέλεση,επανασχεδιασμός,Μεταρρύθμιση
προσήλωση,σταθεροποίηση
revamped => ανανεωμένο, revaluing => Ανατίμηση, revalued => Επανεκτιμηθεί, revalidating => αποκατάσταση, revalidated => Επαναβεβαιωμένος,