Greek Meaning of modulation
Διαμόρφωση
Other Greek words related to Διαμόρφωση
- προσαρμογή
- τροποποίηση
- Διόρθωση
- Παραμόρφωση
- παραμόρφωση
- διόρθωση
- Μεταρρύθμιση
- κανονισμός
- Μεταμόρφωση
- αλλοίωση
- αλλαγή
- μετατόπιση
- διακύμανση
- μεταμόρφωση
- Τροποποίηση
- μετάλλαξη
- Ταλάντωση
- Ανασυγκρότηση
- Επανατροπή
- αντικατάσταση
- μετατόπιση
- υποκατάσταση
- Μεταμόρφωση
- Ρυθμίζω
- παραλλαγή
- αλλαγή
- διαφορά
- Επανασχεδιασμός
- επανάληψη
- ανακαίνιση
- αναθεωρώ
- αναθεώρηση
- αναθεώρηση
Nearest Words of modulation
Definitions and Meaning of modulation in English
modulation (n)
a musical passage moving from one key to another
(electronics) the transmission of a signal by using it to vary a carrier wave; changing the carrier's amplitude or frequency or phase
rise and fall of the voice pitch
a manner of speaking in which the loudness or pitch or tone of the voice is modified
the act of modifying or adjusting according to due measure and proportion (as with regard to artistic effect)
modulation (n.)
The act of modulating, or the state of being modulated; as, the modulation of the voice.
Sound modulated; melody.
A change of key, whether transient, or until the music becomes established in the new key; a shifting of the tonality of a piece, so that the harmonies all center upon a new keynote or tonic; the art of transition out of the original key into one nearly related, and so on, it may be, by successive changes, into a key quite remote. There are also sudden and unprepared modulations.
FAQs About the word modulation
Διαμόρφωση
a musical passage moving from one key to another, (electronics) the transmission of a signal by using it to vary a carrier wave; changing the carrier's amplitud
προσαρμογή,τροποποίηση,Διόρθωση,Παραμόρφωση,παραμόρφωση,διόρθωση,Μεταρρύθμιση,κανονισμός,Μεταμόρφωση,αλλοίωση
προσήλωση,σταθεροποίηση
modulating => τροποποιητικός, modulated => διαμορφωμένο, modulate => διαμορφώνω, modular => αρθρωτό, mods => τροποποιήσεις,