Greek Meaning of reconstruction
Ανασυγκρότηση
Other Greek words related to Ανασυγκρότηση
- προσαρμογή
- αλλοίωση
- Τροποποίηση
- γενική επισκευή
- Επανατροπή
- Επανασχεδιασμός
- επανασχεδιασμός
- ανακαίνιση
- ανανέωση
- αναθεώρηση
- αναθεώρηση
- Μετάβαση
- παραλλαγή
- αλλαγή
- Παραμόρφωση
- διαφορά
- παραμόρφωση
- μετατόπιση
- παραμόρφωση
- επανάληψη
- επανεκτέλεση
- επαναδημιουργία
- αντικατάσταση
- μετατόπιση
- Μεταμόρφωση
- μετατροπή
- αλλαγή
- μεταμόρφωση
- μετάλλαξη
- υποκατάσταση
- αντικατάσταση
- Μεταμόρφωση
- Ρυθμίζω
Nearest Words of reconstruction
- reconstructed => ανακατασκευασμένος
- reconstruct => ανακατασκευάζω
- reconstitute => ανασυντάσσω
- reconsolidation => ανασυγκρότηση
- reconsolidate => Επανασυγχώνευση
- reconsolate => απαρηγόρητος
- reconsideration => επανεξέταση
- reconsider => επανεξετάζω
- reconsecration => επανακαθαγιασμός
- reconsecrate => (εγκαινιάζω εκ νέου)
- reconstruction period => Περίοδος ανοικοδόμησης
- reconstructive => ανακατασκευαστικός
- reconstructive memory => ανακατασκευαστική μνήμη
- reconstructive surgery => Επανορθωτική χειρουργική
- recontinuance => συνέχιση
- recontinue => συνεχίζω
- reconvene => συγκαλώ εκ νέου
- reconvention => ανακοινωση
- reconversion => Επανατροπή
- reconvert => μετατρέπω ξανά
Definitions and Meaning of reconstruction in English
reconstruction (n)
the period after the American Civil War when the southern states were reorganized and reintegrated into the Union; 1865-1877
the activity of constructing something again
an interpretation formed by piecing together bits of evidence
recall that is hypothesized to work by storing abstract features which are then used to construct the memory during recall
reconstruction (n.)
The act of constructing again; the state of being reconstructed.
The act or process of reorganizing the governments of the States which had passed ordinances of secession, and of reestablishing their constitutional relations to the national government, after the close of the Civil War.
FAQs About the word reconstruction
Ανασυγκρότηση
the period after the American Civil War when the southern states were reorganized and reintegrated into the Union; 1865-1877, the activity of constructing somet
προσαρμογή,αλλοίωση,Τροποποίηση,γενική επισκευή,Επανατροπή,Επανασχεδιασμός,επανασχεδιασμός,ανακαίνιση,ανανέωση,αναθεώρηση
προσήλωση,σταθεροποίηση
reconstructed => ανακατασκευασμένος, reconstruct => ανακατασκευάζω, reconstitute => ανασυντάσσω, reconsolidation => ανασυγκρότηση, reconsolidate => Επανασυγχώνευση,