Greek Meaning of supplantation
αντικατάσταση
Other Greek words related to αντικατάσταση
- Παραμόρφωση
- μετατόπιση
- παραμόρφωση
- αντικατάσταση
- αναθεώρηση
- υποκατάσταση
- μετατροπή
- προσαρμογή
- αλλοίωση
- παραμόρφωση
- Τροποποίηση
- μετάλλαξη
- Ανασυγκρότηση
- Επανατροπή
- επανασχεδιασμός
- επαναδημιουργία
- ανακαίνιση
- αναθεώρηση
- Μεταμόρφωση
- Μετάβαση
- παραλλαγή
- αλλαγή
- μεταμόρφωση
- επανάληψη
- επανεκτέλεση
- ανανέωση
- μετατόπιση
- Μεταμόρφωση
Nearest Words of supplantation
Definitions and Meaning of supplantation in English
supplantation
to supersede (another) especially by force or treachery, to root out and supply a substitute for, to gain the place of and serve as a substitute for especially by reason of superior excellence or power, to take the place of (another) especially by force or treachery, uproot, to eradicate and supply a substitute for, to take the place of and serve as a substitute for especially by reason of superior excellence or power
FAQs About the word supplantation
αντικατάσταση
to supersede (another) especially by force or treachery, to root out and supply a substitute for, to gain the place of and serve as a substitute for especially
Παραμόρφωση,μετατόπιση,παραμόρφωση,αντικατάσταση,αναθεώρηση,υποκατάσταση,μετατροπή,προσαρμογή,αλλοίωση,παραμόρφωση
No antonyms found.
suppers => δείπνα, supped => δείπνησε, supineness => ραθυμία, superwomen => Σούπερ γυναίκες, superwoman => σούπερ γυναίκα,