Greek Meaning of set off
ξεκινώ
Other Greek words related to ξεκινώ
- ενεργοποιώ
- οδήγηση
- κινώ
- δύναμη
- σπινθήρας
- σκανδάλη
- ανάβω
- ενεργοποιώ
- χρέωση
- φωτιά
- καύσιμο
- παράγω
- ανάψω
- προκαλώ
- σπρώχνω
- τρέχω
- αρχή
- Εκκινώ
- αναποδογυρίζω
- μανιβέλα (πάνω)
- επιταχύνω
- ξυπνώ
- εκφόρτιση
- ηλεκτροδοτώ
- ενεργοποιώ
- Διέγερση
- παροτρύνω
- Εκτόξευση
- επιταχύνω
- Ενεργοποίηση εκ νέου
- επαναφόρτιση
- Απελευθέρωση
- αυξάνω
- διεγείρω
- ανακατεύω
- διακόπτης
- ταξίδι
- κλωτσιά
- επιταχύνω
Nearest Words of set off
Definitions and Meaning of set off in English
set off (v)
put in motion or move to act
leave
direct attention to, as if by means of contrast
cause to burst with a violent release of energy
make up for
set in motion or cause to begin
provoke or stir up
set off (n.)
That which is set off against another thing; an offset.
That which is used to improve the appearance of anything; a decoration; an ornament.
A counterclaim; a cross debt or demand; a distinct claim filed or set up by the defendant against the plaintiff's demand.
Same as Offset, n., 4.
See Offset, 7.
FAQs About the word set off
ξεκινώ
put in motion or move to act, leave, direct attention to, as if by means of contrast, cause to burst with a violent release of energy, make up for, set in motio
ενεργοποιώ,οδήγηση,κινώ,δύναμη,σπινθήρας,σκανδάλη,ανάβω,ενεργοποιώ,χρέωση,φωτιά
έλεγχος,κόβω,αποκόβω,κόβω,απενεργοποιώ,σταματάω,απενεργοποίηση,σύλληψη,Φρένο,απενεργοποιήσετε
set in stone => σκαλισμένο στην πέτρα, set in motion => Θέτω σε κίνηση, set in => εγκατεστημένο σε, set gun => Όπλο, set free => απελευθερώνω,