Greek Meaning of tripped

σκόνταψε

Other Greek words related to σκόνταψε

Definitions and Meaning of tripped in English

Webster

tripped (imp. & p. p.)

of Trip

FAQs About the word tripped

σκόνταψε

of Trip

έτρεχε,τρέχω,τρέχω,τρέχω,παραλείφθηκε,τρέχει,επιτάχυνε,έτρεξε,οριοθετημένο,παύλα

Βημάτιζε,σύρθηκε,καθυστερημένος,έμεινε,τρύπησε,περίπατος,ανακατεμένος,έρποντας,έρπει,περπατούσε

trippant => παραισθησιογόνο, triposes => τρίποδα, tripos => Τρίπος, tripolitan => τριπολιτανός, tripoline => Τριπολιτάνια,