Greek Meaning of stepped (along)

πέρασε

Other Greek words related to πέρασε

Definitions and Meaning of stepped (along) in English

stepped (along)

No definition found for this word.

FAQs About the word stepped (along)

πέρασε

κόβω,αποθανών,δραπέτευσε,έφυγε,πήρα,μετακινηθήκαμε,άφησε,πήγε,ανασκαμμένο,βγήκε

έφτασε,ήρθε,παρέμεινε,εμφανίστηκε,ανέβηκε,πλησίασε,Κλειστό,κατοικούσε,χτύπημα,καταλύει

stepped => κλιμακωτός, stepmothers => μητριές, stepfathers => πατριγοί, stepbrothers => ανάδοχοι αδελφοί, step into => μπες μέσα,