Greek Meaning of step into
μπες μέσα
Other Greek words related to μπες μέσα
Nearest Words of step into
Definitions and Meaning of step into in English
step into
to take a particular role or do a particular task
FAQs About the word step into
μπες μέσα
to take a particular role or do a particular task
πρόσβαση,Εισαγάγετε,διατρυπάω,Βάζω πόδι,σκάω (μέσα ή μέσα σε),Φορτώστε,αεράκι (μέσα),πέσει,καταπατώ,σπρώχνω (μέσα)
Έξοδος,αφήνω,αναχωρείν
step down (from) => αποχωρήσει (από), step aside (from) => κάνω στην άκρη (από), step (on) => βήμα (σε), step (along) => βήμα (κατά μήκος), steno => στενογράφος,