Greek Meaning of step (along)

βήμα (κατά μήκος)

Other Greek words related to βήμα (κατά μήκος)

Definitions and Meaning of step (along) in English

step (along)

No definition found for this word.

FAQs About the word step (along)

βήμα (κατά μήκος)

κόβω,αναχωρείν,Έξοδος,πάρει,Καταβαίνω,πηγαίνω,φεύγω,κινώ,μέρος,ξεφλουδίζω

: φτάνω,έλα,μένω,εμφανίζομαι,μένω,εμφανίζονται,κατοικώ,προσέγγιση,κοντά,κατοικώ

steno => στενογράφος, stenchy => βρωμερός, stenchful => βρώμικος, stems => μίσχοι, stemming => Ριζοποίηση,