Greek Meaning of pack (up or off)
συσκευάζω (πάνω ή μακριά)
Other Greek words related to συσκευάζω (πάνω ή μακριά)
- διάσωση
- κόβω
- αναχωρείν
- σκάβω έξω
- εκκενώνω
- Έξοδος
- πάρει
- πηγαίνω
- κινώ
- μέρος
- ξεφλουδίζω
- τρέχω κατά μήκος
- βγαίνω
- τρυπάω (έξω ή μακριά)
- βγαίνω (μπροστά)
- εγγύηση
- φύγε
- βιβλίο
- γαμήσου
- καθαρίζω
- καθαρίζω
- μετανάστευση
- απόδραση
- Τρέπω σε φυγή
- μύγα
- Καταβαίνω
- φεύγω
- βγαίνω
- τραβήξτε έξω
- Τράβηγμα πλοχμών
- συνεχίσετε
- παραιτούμαι
- συνταξιοδοτούμαι
- Υποχώρηση
- τρέχω
- αναχωρώ
- αρχή
- διαγράφω
- βάζω τα πόδια μου στον ώμο
- απογειώνω
- φεύγω
- αναληψη
- Φύγε
- βουητό (φύγε)
- στο δρόμο
- Ξεριζώνω
- απώθηση
- Σπρώχνω (μακριά)
- βήμα (κατά μήκος)
- Κάνε μια πεζοπορία
- Πήγαινε για περπάτημα
- εγκαταλείπω
- δραπετεύω
- αναβάλλω
- εξαφανίζομαι
- Έρημος
- εγκαταλείπω
- Φύγε
- ψιλόβροχο
- αφαιρώ
- Κάκα
- παραβλέπω
- βγαίνει
- εκκενώνω
- Σβήνω το φως
Nearest Words of pack (up or off)
- pack animals => Υποζύγια
- packages => πακέτα
- packed (off) => συσκευασμένο (αποσταλμένο)
- packed (up or in) => γεμάτο (σε συσκευασία)
- packed (up or off) => γεμάτη (προς τα επάνω ή προς τα έξω)
- packets => πακέτα
- packhorses => υποζύγια
- packing (off) => συσκευασία (εκτός)
- packing (up or in) => συσκευασία
- packing (up or off) => συσκευασία (άνω ή κάτω)
Definitions and Meaning of pack (up or off) in English
pack (up or off)
No definition found for this word.
FAQs About the word pack (up or off)
συσκευάζω (πάνω ή μακριά)
διάσωση,κόβω,αναχωρείν,σκάβω έξω,εκκενώνω,Έξοδος,πάρει,πηγαίνω,κινώ,μέρος
: φτάνω,έλα,μένω,εμφανίζομαι,μένω,κατοικώ,προσέγγιση,κοντά,κατοικώ,φτάνω
pack (up or in) => Κουβάλημα, pack (off) => ξεφορτώνομαι (έξω), pacifies => εξιλεώνει, pacificators => ειρηνοποιοί, paces => Βήματα,