Greek Meaning of packed (off)
συσκευασμένο (αποσταλμένο)
Other Greek words related to συσκευασμένο (αποσταλμένο)
Nearest Words of packed (off)
- packed (up or in) => γεμάτο (σε συσκευασία)
- packed (up or off) => γεμάτη (προς τα επάνω ή προς τα έξω)
- packets => πακέτα
- packhorses => υποζύγια
- packing (off) => συσκευασία (εκτός)
- packing (up or in) => συσκευασία
- packing (up or off) => συσκευασία (άνω ή κάτω)
- packs => πακέτα
- packs (up or in) => _(packs (up or in))_ συσκευάζει
- pacts => συμφωνίες
Definitions and Meaning of packed (off) in English
packed (off)
to send (someone) away to a different place
FAQs About the word packed (off)
συσκευασμένο (αποσταλμένο)
to send (someone) away to a different place
απεσταλμένο,σταλμένος,μεταφερμένο,μεταδιδόμενο,μεταφερόμενος,αντιμετωπίσαμε,προηγμένος,ανατεθειμένος,συνεισέφερε,μεταφέρθηκε
αποδεκτό,αποκτηθεί,έλαβε,κεκτημένος,σχεδίασε,κερδισμένα,κέρδισε,πήρα,ασφαλισμένος,συγκέντρωσε
packages => πακέτα, pack animals => Υποζύγια, pack (up or off) => συσκευάζω (πάνω ή μακριά), pack (up or in) => Κουβάλημα, pack (off) => ξεφορτώνομαι (έξω),