Greek Meaning of pack (off)

ξεφορτώνομαι (έξω)

Other Greek words related to ξεφορτώνομαι (έξω)

Definitions and Meaning of pack (off) in English

pack (off)

to send (someone) away to a different place

FAQs About the word pack (off)

ξεφορτώνομαι (έξω)

to send (someone) away to a different place

αποστολής,αποστολή,πλοίο,μεταφορά,μεταδίδω,μεταφορά,διεύθυνση,πρόοδος,αποστέλλω,συνεισφέρω

αποδέχομαι,λαμβάνω,Αποκτώ,ζωγραφίζω,κερδίζω,κέρδος,πάρει,αποκτώ,ασφαλής,θερίζω

pacifies => εξιλεώνει, pacificators => ειρηνοποιοί, paces => Βήματα, pâtissier => Ζαχαροπλάστης, owns => κατέχει,