Greek Meaning of struck out
χτυπημένος έξω
Other Greek words related to χτυπημένος έξω
- ματαιωμένο
- ακυρώθηκε
- διαγραμμένο
- διαγραμμένο
- (επεξεργασμένο (έξω))
- γράφτηκε με μπλε μολύβι
- λογοκριμένος
- διαγραμμένο
- διαγραμμένος
- σκότωσα
- αφαιρέθηκε
- Διαγραμμένο
- Υπέστη εγκεφαλικό επεισόδιο
- εξαλειφθεί
- x (έξω)
- συντομευμένος
- λιποθύμησε
- μπιπ
- αναβοσβήνει
- σβησμένο
- λογοκριμένος
- καθαρισμένος
- ψαλιδισμένο
- περικομμένος
- κόβω
- σβήστηκε
- εκλειφθείς
- εξαλειμμένος
- αποκομμένο
- εκκαθαρισμένο
- εξαγνισμένος
- πλυμένο
- εξαλείφθηκε
- σημειωμένο με κόκκινο μολύβι
- πειραγμένο
- καταπιεσμένος
- ριζωμένος
- διαγραμμένο
- συντομευμένο
- σιωπηλός
- καταπιεσμένη
- διαγραμμένο
- [είμαι κουρασμένος]
Nearest Words of struck out
Definitions and Meaning of struck out in English
struck out
to make an out in baseball by a strikeout, fail sense 2c, to finish bowling a string with consecutive strikes, to enter upon a course of action, to retire (someone) by a strikeout, to bowl three strikes in the last frame, to make an out or cause to make an out in baseball by a strikeout, to set out vigorously, an out in baseball resulting from a batter's being charged with three strikes
FAQs About the word struck out
χτυπημένος έξω
to make an out in baseball by a strikeout, fail sense 2c, to finish bowling a string with consecutive strikes, to enter upon a course of action, to retire (some
ματαιωμένο,ακυρώθηκε,διαγραμμένο,διαγραμμένο,(επεξεργασμένο (έξω)),γράφτηκε με μπλε μολύβι,λογοκριμένος,διαγραμμένο,διαγραμμένος,σκότωσα
διορθωμένο
struck down => καταρρίφθηκε, struck (out) => αποβλήθηκε, struck (into) => κτύπησε (μέσα), strove => επιδίωξε, stropping => τρίψιμο,