Greek Meaning of elided
εκλειφθείς
Other Greek words related to εκλειφθείς
- ακυρώθηκε
- διαγραμμένο
- διαγραμμένος
- αφαιρέθηκε
- ματαιωμένο
- λογοκριμένος
- διαγραμμένο
- (επεξεργασμένο (έξω))
- αποκομμένο
- σκότωσα
- εξαλείφθηκε
- Υπέστη εγκεφαλικό επεισόδιο
- αποβλήθηκε
- συντομευμένος
- μπιπ
- αναβοσβήνει
- σβησμένο
- γράφτηκε με μπλε μολύβι
- λογοκριμένος
- καθαρισμένος
- ψαλιδισμένο
- περικομμένος
- κόβω
- διαγραμμένο
- σβήστηκε
- εξαλειμμένος
- εκκαθαρισμένο
- εξαγνισμένος
- πλυμένο
- πειραγμένο
- καταπιεσμένος
- ριζωμένος
- διαγραμμένο
- Διαγραμμένο
- συντομευμένο
- σιωπηλός
- καταπιεσμένη
- εξαλειφθεί
- x (έξω)
- διαγραμμένο
- [είμαι κουρασμένος]
Nearest Words of elided
Definitions and Meaning of elided in English
elided (imp. & p. p.)
of Elide
FAQs About the word elided
εκλειφθείς
of Elide
ακυρώθηκε,διαγραμμένο,διαγραμμένος,αφαιρέθηκε,ματαιωμένο,λογοκριμένος,διαγραμμένο,(επεξεργασμένο (έξω)),αποκομμένο,σκότωσα
διορθωμένο
elide => ελλείπω, eliciting => προκλητικός, elicited => εκμαιευμένος, elicitation => έλξη, elicitate => εκμαιεύω,