Greek Meaning of excised
αποκομμένο
Other Greek words related to αποκομμένο
- εκτιμηθεί
- ελλιμενισμένο
- εκτελείται
- εκβιασμένος
- πρόστιμο
- εξαναγκαστικός
- σκαμμένο
- επιβεβλημένο
- επιβάλλεται
- αμέλξε
- τιμωρηθείς
- βάζω
- φορολογείται
- αιμορραγία
- φορτισμένος
- εξαναγκασμένος
- εξαναγκασμένος
- κουρεμένος
- Επιβληθείσα
- τοποθετημένο
- τιμωρήσει
- επανεφαρμόστηκε
- δόνηση
- γδαρμένος
- συμπιεσμένο
- προκάλεσε
- wrest
- στίβω
- επανέφερε
- αναμεταδόθηκε
- σετ
Nearest Words of excised
Definitions and Meaning of excised in English
excised (imp. & p. p.)
of Excise
FAQs About the word excised
αποκομμένο
of Excise
εκτιμηθεί,ελλιμενισμένο,εκτελείται,εκβιασμένος,πρόστιμο,εξαναγκαστικός,σκαμμένο,επιβεβλημένο,επιβάλλεται,αμέλξε
μειώθηκε,ελαττωμένος,λιγότερο,κυκλοφόρησε,εστάλη,Αντιληπτό,συγχωρούμενος,συγχώρεσε,συγχωρέθηκε,γυάλισε (πάνω από)
excise tax => φόρος κατανάλωσης, excise => φόρος κατανάλωσης, excisable => φορολογήσιμος, excipulum => εξωτερικό στρώμα, exciple => Εκδοχή,