Greek Meaning of mulcted

τιμωρήσει

Other Greek words related to τιμωρήσει

Definitions and Meaning of mulcted in English

Webster

mulcted (imp. & p. p.)

of Mulct

FAQs About the word mulcted

τιμωρήσει

of Mulct

ρυθμός,Απατημένος,εξαπατημένος,έσπευσε,μαδημένο,βιδωμένο,κολλημένος,τσιμπημένος,ξεγελώ,συμπιεσμένο

No antonyms found.

mulctary => πρόστιμο, mulct => πρόστιμο, mulching => κάλυψη εδάφους, mulched => σπασμένο, mulch => Τρίμμα,