Greek Meaning of euchred
ξεγέλασα
Other Greek words related to ξεγέλασα
- ρυθμός
- Απατημένος
- εξαπατημένη
- έσπευσε
- μαδημένο
- βιδωμένο
- κολλημένος
- τσιμπημένος
- συμπιεσμένο
- εξαπατήθηκε
- προδομένος/η
- Απατεώνας
- αιμορραγία
- σκαλισμένο
- σμιλεμένος
- κορόιδεψα
- εξαπατημένος
- έκανε
- εκμεταλλευμένος
- εκβιασμένος
- βιολί
- κουρεμένος
- εξαπατημένος
- αρπάζουν
- τιμωρήσει
- Διευρυμένος
- καμπύλη
- γδαρμένος
- απάτη
- Αυταπατώμενος
- θύμα
- διαστρεμμένο
- εξαπατηθείς
- ξεγελώ
- έκανε σε
- εξαπάτησε
- Ξεγελαμένος
- έριξα νερό
- κουτσός
- Ξεγελάστηκα
- δόνηση
- αδικημένος
- βραχυκυκλωμένος
- Μεθυσμένος
- Πούλησε ένα λογαριασμό εμπορευμάτων σε
- άκαμπτος
- ξεγελασμένοι
- Έκανε μια βόλτα
- το πήγε στο καθαριστήριο
- Μπερδεμένος
- ψαλιδισμένο
- Εξαπατημένος
- σκαμμένο
- εξαπατημένος
- αμέλξε
- χαραγμένο
- βρεγμένος
- wrest
- στίβω
- Γκρίνιαζε
- Διπλή προδοσία
- Υπερφορτωμένος
- παγιδευμένος (σε)
Nearest Words of euchred
Definitions and Meaning of euchred in English
euchred
to prevent from winning three tricks in euchre, cheat, trick, a card game in which each player is dealt five cards and the player making trump must take three tricks to win a hand
FAQs About the word euchred
ξεγέλασα
to prevent from winning three tricks in euchre, cheat, trick, a card game in which each player is dealt five cards and the player making trump must take three t
ρυθμός,Απατημένος,εξαπατημένη,έσπευσε,μαδημένο,βιδωμένο,κολλημένος,τσιμπημένος,συμπιεσμένο,εξαπατήθηκε
No antonyms found.
etiquettes => εθιμοτυπία, ethnicities => εθνότητες, eternalizing => αιωνιοποίηση, eternalized => αιώνιος, etchings => χαρακώσεις,