Greek Meaning of gulled

εξαπατημένος

Other Greek words related to εξαπατημένος

Definitions and Meaning of gulled in English

Webster

gulled (imp. & p. p.)

of Gull

FAQs About the word gulled

εξαπατημένος

of Gull

Γοητευμένος,πιστεύων,Ευκολόπιστος,Εξαπατημένος,Εύπιστος,ευαίσθητος,Αυταπατώμενος,εμπιστευώμενος,εμπιστευτικός,Εύπιστος

προσεκτικός,προσεκτικός,κοσμοπολίτης,κριτική,κυνικός,αμφίβολος,έμπειρος,άπιστος,γνώση,σκεπτικός

gullage => Λαντζούλλι, gull => Γλάρος, gulist => Γκουλίστ, gulgul => γουργούρισμα, gulge => γουργούρισμα,