Greek Meaning of pragmatic
πραγματιστής
Other Greek words related to πραγματιστής
- λογικός
- Πρακτικός
- ρεαλιστικός
- ε разумный
- κυνικός
- προσγειωμένος
- γήινος
- πεισματάρης
- Γεγονός
- λογικός
- λογικός
- ωφελιμιστικός
- κατώτατη γραμμή
- λογικός
- Απογοητευμένος
- δυσπιστος
- προσγειωμένος-η
- σκληρός
- σκληρόβραστος
- ψύχραιμος
- Μισάνθρωπος
- καχύποπτος
- πρακτικός
- απαισιόδοξος
- φιλισταίος
- λογικός
- σκεπτικός
- νηφάλιος
- σοβαροφανής
- ήχος
- ύποπτος
- Σκληραγωγημένος
- αρομαντικός
- ασυναισθητος
- σκληρός
- χωρίς ιδανικά
Nearest Words of pragmatic
Definitions and Meaning of pragmatic in English
pragmatic (n)
an imperial decree that becomes part of the fundamental law of the land
pragmatic (s)
concerned with practical matters
guided by practical experience and observation rather than theory
pragmatic (a)
of or concerning the theory of pragmatism
FAQs About the word pragmatic
πραγματιστής
an imperial decree that becomes part of the fundamental law of the land, concerned with practical matters, of or concerning the theory of pragmatism, guided by
λογικός,Πρακτικός,ρεαλιστικός,ε разумный,κυνικός,προσγειωμένος,γήινος,πεισματάρης,Γεγονός,λογικός
Γαλάζιος ουρανός,Φαντασιώδης,Φανταστικός,ιδεαλιστής,φανταστικός,Ανέφικτο,αισιόδοξος,Ρομαντικός,Συναισθηματικός,μη ρεαλιστικό
prag => Πράγα, praetorship => πραίτωρ, praetorium => πραιτώριο, praetorian guard => Πραιτωριανή φρουρά, praetorian => πραιτωριανός,