FAQs About the word practitioner

ασκούμενος

someone who practices a learned profession

εκθέτης,διερμηνέας,συνήγορος,κοσμήτορας,γκουρού,Αρχιερέας,φιλόσοφος,Υποστηρικτής,θεωρητικός,απόστολος

No antonyms found.

practised => εξασκηθείς, practise => εξάσκηση, practicos => ειδικοί, practico => πρακτικό, practician => ασκούμενος,