Greek Meaning of proponent
Υποστηρικτής
Other Greek words related to Υποστηρικτής
- συνήγορος
- υποστηρικτής
- εκθέτης
- οπαδός
- απόστολος
- ενισχυτής
- πρωταθλητής
- φίλος
- προωθητής
- Πρωταγωνιστής
- λευκός ιππότης
- οπαδός
- υποστηρικτής
- μαζορέτα
- ομοσπονδία
- μαθητής
- υποστηρικτής
- υιοθετήσει
- ερμηνευτής
- Ακόλουθος
- ευαγγελιστής
- ευαγγελιστής
- κήρυκας
- Ιεροφάντης
- Αρχιερέας
- διερμηνέας
- βασιλικός
- παλαδίνος
- μεροληπτικός
- αντάρτης
- σταθερός
- Γνήσιος πιστός
- τύμπανο
Nearest Words of proponent
- proportion => αναλογία
- proportionable => αναλογικός
- proportional => Αναλογικός
- proportional counter => Αναλογικός μετρητής
- proportional counter tube => Αναλογικός μετρητής σωλήνων
- proportional font => Αναλογική γραμματοσειρά
- proportional representation => Αναλογική εκπροσώπηση
- proportional sample => αναλογικό δείγμα
- proportional sampling => Αναλογική δειγματοληψία
- proportional tax => Αναλογικός φόρος
Definitions and Meaning of proponent in English
proponent (n)
a person who pleads for a cause or propounds an idea
FAQs About the word proponent
Υποστηρικτής
a person who pleads for a cause or propounds an idea
συνήγορος,υποστηρικτής,εκθέτης,οπαδός,απόστολος,ενισχυτής,πρωταθλητής,φίλος,προωθητής,Πρωταγωνιστής
αντίπαλος,ανταγωνιστής,εχθρός,Αντίπαλος,κριτικός,εχθρός,αντίπαλος,κριτικός
propman => υπεύθυνος σκηνικών αντικειμένων, propjet => Πρόπη-τζετ, propitiousness => προφητικός, propitiously => ευμενής, propitious => ευνοϊκός,