Greek Meaning of propitiously

ευμενής

Other Greek words related to ευμενής

Definitions and Meaning of propitiously in English

Wordnet

propitiously (r)

in an auspicious manner

FAQs About the word propitiously

ευμενής

in an auspicious manner

φωτεινό,αισιόδοξος,ελπιδοφόρος,Ευχάριστος,ενθαρρυντικός,δίκαιο,ευνοϊκή,χρυσός,καλός,ενθαρρυντικός

άχαρος,σκοτεινός, -ή, -ό,καταθλιπτικός,απελπισμένος,αποθαρρυντικός,αποθαρρυντικός,καταθλιπτικό,Θλιβερός,μελαγχολικός,απελπισμένος

propitious => ευνοϊκός, propitiatory => εξιλαστήριος, propitiative => εξιλαστήριος, propitiation => ελάσκω, propitiate => εξευμενίζω,