Greek Meaning of cheerleader
μαζορέτα
Other Greek words related to μαζορέτα
- υποστηρικτής
- συνοδοιπόρος
- διερμηνέας
- οπαδός
- χειροκροτώντας
- ενισχυτής
- ομοσπονδία
- μαθητής
- Ακόλουθος
- φίλος
- βασιλικός
- Υποστηρικτής
- σταθερός
- οπαδός
- συνήγορος
- υποστηρικτής
- απόστολος
- πρωταθλητής
- εκθέτης
- ευαγγελιστής
- Αρχιερέας
- παλαδίνος
- μεροληπτικός
- αντάρτης
- προωθητής
- Πρωταγωνιστής
- Γνήσιος πιστός
- τύμπανο
- λευκός ιππότης
Nearest Words of cheerleader
Definitions and Meaning of cheerleader in English
cheerleader (n)
an enthusiastic and vocal supporter
someone who leads the cheers by spectators at a sporting event
FAQs About the word cheerleader
μαζορέτα
an enthusiastic and vocal supporter, someone who leads the cheers by spectators at a sporting event
υποστηρικτής,συνοδοιπόρος,διερμηνέας,οπαδός,χειροκροτώντας,ενισχυτής,ομοσπονδία,μαθητής,Ακόλουθος,φίλος
αντίπαλος,ανταγωνιστής,εχθρός,εχθρός,Αντίπαλος,κριτικός,αντίπαλος,μειωτής,κριτικός
cheerlead => μαζορέτα, cheerisness => Ξεγνοιασιά, cheerio => γεια σας, cheeringly => ενθαρρυντικά, cheering => επευφημώντας,