Greek Meaning of nicked
χαραγμένο
Other Greek words related to χαραγμένο
- έκλεψε
- συνάρπαξε
- δεσμευμένο
- κλεμμένο
- άρπαξε
- εθισμένος
- ανυψωμένος
- υπεξαιρεθεί
- Τσιμπημένο
- διάλεξε
- κλεμμένος
- τσιμπημένο
- τσεπώνω
- ληστεία
- κλεμμένο
- αεροπειρατείας
- κλεμμένο
- Ξεγελάστηκα
- αρπάχτηκε
- κατάδωσε
- απαχθείς
- ενισχυμένο
- απήγαγε
- λεηλατημένος
- καρφωμένος
- λεηλατημένος
- λεηλατημένος
- Ποσαρισμένο
- αυλακωμένο
- θρόισμα
- απολύθηκε
- κατάσχεται
- πήρε
- διαρρήχθηκε
- Γιακάς
- άρπαξε
- ληστεμένος
- αεροπειρατεία
- χτύπησε
- έκανε να φύγει
- έφυγε με
- έφυγε με
- Κλοπή από κατάστημα
- σπογγώδης
- έφυγε με
Nearest Words of nicked
- nickel => Νικέλιο
- nickel alloy => Κράμα νικελίου
- nickel bronze => χαλκός νικελίου
- nickel note => πεντάλεπτο
- nickel silver => Νικελοχάλκινος
- nickel steel => Ατσάλι νικέλιο
- nickel-and-dime => λεπτά
- nickel-base alloy => Κράμα βάσης νικελίου
- nickel-cadmium accumulator => Νικελίου-καδμίου συσσωρευτής
- nickelic => νικελικός
Definitions and Meaning of nicked in English
nicked (imp. & p. p.)
of Nick
FAQs About the word nicked
χαραγμένο
of Nick
έκλεψε,συνάρπαξε,δεσμευμένο,κλεμμένο,άρπαξε,εθισμένος,ανυψωμένος,υπεξαιρεθεί,Τσιμπημένο,διάλεξε
αγορασμένο,παρουσιάζεται,αγορασμένη,έδωσε,συνεισέφερε,απονεμημένος,δωρεά,παραδίδονται
nickar tree => Nickar δέντρο, nickar nut => Νικάρια, nick => Νικ, nichrome => νικρώμιο, nicholas vachel lindsay => Νίκολας Βάχελ Λίντσεϊ,