Greek Meaning of took to the cleaners
το πήγε στο καθαριστήριο
Other Greek words related to το πήγε στο καθαριστήριο
- ρυθμός
- Απατημένος
- κορόιδεψα
- έκανε
- έσπευσε
- μαδημένο
- κολλημένος
- τσιμπημένος
- θύμα
- Ξεγελάστηκα
- δόνηση
- βραχυκυκλωμένος
- συμπιεσμένο
- ξεγελασμένοι
- Απατεώνας
- αιμορραγία
- σκαλισμένο
- σμιλεμένος
- ψαλιδισμένο
- εξαπατημένος
- εκμεταλλευμένος
- βιολί
- κουρεμένος
- αρπάζουν
- τιμωρήσει
- Διευρυμένος
- καμπύλη
- βιδωμένο
- γδαρμένος
- απάτη
- Αυταπατώμενος
- εξαπατηθείς
- ξεγελώ
- έκανε σε
- εξαπάτησε
- ξεγέλασα
- Ξεγελαμένος
- έριξα νερό
- κουτσός
- αδικημένος
- Μεθυσμένος
- Πούλησε ένα λογαριασμό εμπορευμάτων σε
- άκαμπτος
- εξαπατήθηκε
- Έκανε μια βόλτα
- Μπερδεμένος
- προδομένος/η
- εξαπατημένη
- Εξαπατημένος
- εκβιασμένος
- εξαπατημένος
- σκαμμένο
- εξαπατημένος
- αμέλξε
- χαραγμένο
- βρεγμένος
- διαστρεμμένο
- wrest
- στίβω
- Γκρίνιαζε
- Διπλή προδοσία
- μιλάμε γρήγορα
- Υπερφορτωμένος
- παγιδευμένος (σε)
Nearest Words of took to the cleaners
Definitions and Meaning of took to the cleaners in English
took to the cleaners
to deprive (someone) of a large amount of money or possessions
FAQs About the word took to the cleaners
το πήγε στο καθαριστήριο
to deprive (someone) of a large amount of money or possessions
ρυθμός,Απατημένος,κορόιδεψα,έκανε,έσπευσε,μαδημένο,κολλημένος,τσιμπημένος,θύμα,Ξεγελάστηκα
No antonyms found.
took to task => ανέλαβε το καθήκον, took to => συνήθισε, took the mickey out of => πειράζω κάποιον, took the floor => Πήρε το λόγο., took ship => επιβιβάστηκε στο πλοίο,