Greek Meaning of bled

αιμορραγία

Other Greek words related to αιμορραγία

Definitions and Meaning of bled in English

Webster

bled ()

imp. & p. p. of Bleed.

Webster

bled (imp. & p. p.)

of Bleed

FAQs About the word bled

αιμορραγία

imp. & p. p. of Bleed., of Bleed

πονούσε,λυπημένος,πένθησε,αναστενάζω,βασανισμένος,Άγχος,πόνος,έκλαψε,έκλαψε,λυγμούσε

ακτινοβόλος,επευφημούσαν,Χαρούμενος,ενθουσιώδης,δοξασμένος,γέλασε,αρπαγμένος,χάρηκε,θριάμβευσε,γεμάτο

bleck => μπλιαχ, blechnum spicant => Φτερίδα η οξύαιχμη, blechnum => Μπλέχνον, blechnaceae => Blechnaceae, blebby => φλυκταινώδης,