FAQs About the word regretted

λυπήθηκα

of Regret

θρηνούσε,θρήνησε,κατηγόρησε,πένθησε,μετανοημένος,Ποθώ (κάτι),θρήνησε,λυπημένος (για),μετανιώνω

ευχαριστημένος για,ευχαρίστηκα,απολάμβανε,Παραγευμένο,έζησε,απολάμβανε (σε),απόλαυσε

regrettably => δυστυχώς, regrettable => Ατυχές, regrets => λύπη, regretfully => Δυστυχώς, regretful => Λυπηρό,