Greek Meaning of joyed
χαρούμενος
Other Greek words related to χαρούμενος
Nearest Words of joyed
Definitions and Meaning of joyed in English
joyed (imp. & p. p.)
of Joy
FAQs About the word joyed
χαρούμενος
of Joy
Χαρούμενος,καυχιόταν,γεμάτο,ενθουσιώδης,δοξασμένος,έξαλλος,χάρηκε,θριάμβευσε,καυχιόταν,ενθουσιώδης
λυπημένος,θρηνούσε,λυπήθηκα,έκλαψε,θρήνησε,θρήνησε
joyce carol oates => Τζόις Κάρολ Οουτς, joyce => Τζόις, joyancy => άνωση, joy => χαρά, jowter => Τζάουτεργ,