FAQs About the word inflicted

Επιβληθείσα

of Inflict

έφερε,δημιούργησε,εξαναγκαστικός,επιβεβλημένο,προκάλεσε,συνεπαγόταν,παραχθεί,επαγόμενος,επικαλέστηκε,έκανε

No antonyms found.

inflict => επιβάλλω, inflexure => κάμψη, inflexive => άκλιτος, inflexion => κάμψη, inflexibly => αμετάβλητα,