Greek Meaning of begot

γέννησε

Other Greek words related to γέννησε

Definitions and Meaning of begot in English

Webster

begot (imp.)

of Beget

Webster

begot (p. p.)

of Beget

Webster

begot ()

imp. & p. p. of Beget.

FAQs About the word begot

γέννησε

of Beget, of Beget, imp. & p. p. of Beget.

έφερε,προκαλείται,εκτελεσμένο,παραχθεί,επαγόμενος,έκανε,σφυρηλατημένο,ενέδωσε,δημιούργησε,παραγόμενος

συλληφθείς,επιλεγμένο,ελεγχόμενος,θρυμματισμένος,υγρός,παρεμποδισμένο,ανασταλμένος,σκότωσα,περιορισμένος,βάλω κάτω

begore => ικετεύω, begoniaceae => μπεγόνιες, begonia tuberhybrida => Κόνδυλοι μπεγκόνιας, begonia socotrana => βεγκόνια της Σοκότρα, begonia semperflorens => Βεγόνια η σέμπερφλορενς,