FAQs About the word liquidated

εκκαθαρισμένος

of Liquidate

ξεκαθαρισμένο,εξοφλημένος,εγκαταστημένος,πληρωμένο (στο σύνολό του ή μέχρι ένα σημείο),προπληρωμένο

Εξαιρετικός,οφειλόμενος,οφειλόμενος,πληρωτέος,απλήρωτος,οφειλόμενος,ληξιπρόθεσμο,ανήσυχος,Ώριμος

liquidate => Εκκαθάριση, liquidamber => αμβροδένδρο, liquidambar styraciflua => Υγρή-κεχριμπάρι (Liquidambar styraciflua), liquidambar => λικιδάμπαρος, liquid unit => υγρή μονάδα,