Greek Meaning of liquidation
εκκαθάριση
Other Greek words related to εκκαθάριση
- κατάργηση
- κατάργηση
- ακύρωση
- Ακύρωση
- ακύρωση
- εξάλειψη
- εξάλειψη
- διαγραφή
- ακυρότητα
- αφαίρεση
- ακύρωση
- Μείωση
- άμβλωση
- κατάργηση
- αποφυγή
- διάλυση
- άρνηση
- ακύρωση
- άκυρο
- ακύρωση
- καταργώ
- ανάκληση
- ανάρτηση
- βέτο
- κένωση
- ανάληψη
- απαγόρευση
- Αντεντολή
- απαγόρευση
- απόλυση
- Επιβάλλοντας
- απαγόρευση
- αντικαθιστώ
- ανατρέπω
- Απαγόρευση
- ανάκληση
- απόρριψη
- ακύρωση
- αναρρόφηση
- ανατροπή
- ακύρωση
Nearest Words of liquidation
- liquidating => εκκαθάριση
- liquidated => εκκαθαρισμένος
- liquidate => Εκκαθάριση
- liquidamber => αμβροδένδρο
- liquidambar styraciflua => Υγρή-κεχριμπάρι (Liquidambar styraciflua)
- liquidambar => λικιδάμπαρος
- liquid unit => υγρή μονάδα
- liquid state => υγρή κατάσταση
- liquid soap => Υγρό σαπούνι
- liquid pred => υγρή μορφή
Definitions and Meaning of liquidation in English
liquidation (n)
termination of a business operation by using its assets to discharge its liabilities
the act of exterminating
the murder of a competitor
liquidation (n.)
The act or process of liquidating; the state of being liquidated.
FAQs About the word liquidation
εκκαθάριση
termination of a business operation by using its assets to discharge its liabilities, the act of exterminating, the murder of a competitorThe act or process of
κατάργηση,κατάργηση,ακύρωση,Ακύρωση,ακύρωση,εξάλειψη,εξάλειψη,διαγραφή,ακυρότητα,αφαίρεση
θέσπιση,εγκατάσταση,ίδρυμα,νομοθεσία,Έγκριση,εξουσιοδότηση,κάθαρση,Τυπικοποίηση,ιδρυτικός,νομιμοποίηση
liquidating => εκκαθάριση, liquidated => εκκαθαρισμένος, liquidate => Εκκαθάριση, liquidamber => αμβροδένδρο, liquidambar styraciflua => Υγρή-κεχριμπάρι (Liquidambar styraciflua),