Greek Meaning of inflexibleness
ακαμψία
Other Greek words related to ακαμψία
Nearest Words of inflexibleness
Definitions and Meaning of inflexibleness in English
inflexibleness (n)
a lack of physical flexibility
inflexibleness (n.)
The quality or state of being inflexible; inflexibility; rigidity; firmness.
FAQs About the word inflexibleness
ακαμψία
a lack of physical flexibilityThe quality or state of being inflexible; inflexibility; rigidity; firmness.
σταθερός,αμετάβλητος,αμετάβλητος,σταθερά,καθορισμένος,αυστηρός και γρήγορος,αναλλοίωτος,αμετάβλητος,σταθερός,αμετάβλητο
προσαρμοστικός,ρυθμιζόμενος,μεταβλητός,ελαστικός,ευέλικτος,μεταβλητή,Αλλοιώσιμος,ευμετάβλητος,μεταβλητός,αβέβαιος
inflexible => άκαμπτος, inflexibility => Ακαμψία, inflexed => λυγισμένος, inflex => κάμψη, inflesh => ενσαρκώνω,