Greek Meaning of redacted

πειραγμένο

Other Greek words related to πειραγμένο

Definitions and Meaning of redacted in English

redacted

edited especially in order to obscure or remove sensitive information

FAQs About the word redacted

πειραγμένο

edited especially in order to obscure or remove sensitive information

διαγραμμένο,διαγραμμένος,αφαιρέθηκε,λογοκριμένος,ματαιωμένο,ακυρώθηκε,λογοκριμένος,καθαρισμένος,διαγραμμένο,(επεξεργασμένο (έξω))

διορθωμένο

red stars => Κόκκινα αστέρια, red star => κόκκινο αστέρι, red in tooth and claw => με δόντια και νύχια, red giants => Κόκκινοι υπεργίγαντες, red dwarfs => κόκκινοι νάνοι,