Greek Meaning of redacting
Επεξεργασία
Other Greek words related to Επεξεργασία
- διαγραφή
- σβήσιμο
- Απομάκρυνση
- λογοκρισία
- ακύρωση
- ακύρωση
- Λογοκρισία
- καθαρισμός (πάνω)
- <crossing (out)/>
- εξάλειψη
- Ελλειψη
- εξάλειψη
- εκκαθάριση
- Ξέπλυμα χρήματος
- Διαγραφικός
- εντυπωσιακή (έξω)
- εγκεφαλικό επεισόδιο
- σύντμηση
- Bleeping
- αναλαμπή
- εξάλειψη
- μπλε μολύβι
- αποκόμματα
- καλλιέργεια
- Κοπή
- Διαγραφή
- Επεξεργασία (έξω)
- εξάλειψη
- εκτομή
- επιμέλεια με κόκκινο μολύβι
- καταπιεστικός
- εκρίζωση
- σβήσιμο
- ξύσιμο (έξω)
- συντόμευση
- σιωπηρή
- κατασταλτικός
- εξάλειψη
- διασταύρωση (έξω)
Nearest Words of redacting
Definitions and Meaning of redacting in English
redacting
to select or adapt (as by obscuring or removing sensitive information) for publication or release, to obscure or remove (text) from a document prior to publication or release, to put in writing, edit
FAQs About the word redacting
Επεξεργασία
to select or adapt (as by obscuring or removing sensitive information) for publication or release, to obscure or remove (text) from a document prior to publicat
διαγραφή,σβήσιμο,Απομάκρυνση,λογοκρισία,ακύρωση,ακύρωση,Λογοκρισία,καθαρισμός (πάνω),<crossing (out)/>,εξάλειψη
στήσιμο
redacted => πειραγμένο, red stars => Κόκκινα αστέρια, red star => κόκκινο αστέρι, red in tooth and claw => με δόντια και νύχια, red giants => Κόκκινοι υπεργίγαντες,