Greek Meaning of blue-penciling
μπλε μολύβι
Other Greek words related to μπλε μολύβι
- ακύρωση
- ακύρωση
- <crossing (out)/>
- διαγραφή
- εντυπωσιακή (έξω)
- Λογοκρισία
- Διαγραφή
- Επεξεργασία (έξω)
- Ελλειψη
- σβήσιμο
- Απομάκρυνση
- ξύσιμο (έξω)
- εγκεφαλικό επεισόδιο
- εξάλειψη
- διασταύρωση (έξω)
- σύντμηση
- λιποθυμία
- Bleeping
- αναλαμπή
- εξάλειψη
- λογοκρισία
- καθαρισμός (πάνω)
- αποκόμματα
- καλλιέργεια
- Κοπή
- εξάλειψη
- εξάλειψη
- εκτομή
- εξάλειψη
- εκκαθάριση
- Ξέπλυμα χρήματος
- Διαγραφικός
- επιμέλεια με κόκκινο μολύβι
- Επεξεργασία
- εκρίζωση
- σβήσιμο
- συντόμευση
- σιωπηρή
- κατασταλτικός
- διασταύρωση (έξω)
Nearest Words of blue-penciling
- blue-penciled => γράφτηκε με μπλε μολύβι
- bluenosed => πουριτανικός
- blue water => γαλάζιο νερό
- blue racers => Μπλε δρομέας
- blue laws => μπλε νόμοι
- blue in the face => μπλε στο πρόσωπο
- blue chipper => Μετοχές εταιρειών με μεγάλη κεφαλαιοποίηση
- blue bloods => Γαλάζιο αίμα
- bludging => τεμπελιά
- bludgeons => Ρόπαλα
Definitions and Meaning of blue-penciling in English
blue-penciling
a writing instrument used for editing, to edit especially by shortening or deletion, the act or practice of blue-penciling
FAQs About the word blue-penciling
μπλε μολύβι
a writing instrument used for editing, to edit especially by shortening or deletion, the act or practice of blue-penciling
ακύρωση,ακύρωση,<crossing (out)/>,διαγραφή,εντυπωσιακή (έξω),Λογοκρισία,Διαγραφή,Επεξεργασία (έξω),Ελλειψη,σβήσιμο
στήσιμο
blue-penciled => γράφτηκε με μπλε μολύβι, bluenosed => πουριτανικός, blue water => γαλάζιο νερό, blue racers => Μπλε δρομέας, blue laws => μπλε νόμοι,