Greek Meaning of red-penciling

επιμέλεια με κόκκινο μολύβι

Other Greek words related to επιμέλεια με κόκκινο μολύβι

Definitions and Meaning of red-penciling in English

red-penciling

correct, revise, censor

FAQs About the word red-penciling

επιμέλεια με κόκκινο μολύβι

correct, revise, censor

τροποποίηση,διορθωτικός,Μεταρρυθμίζοντας,επαναγραφή,μεταβλητός,εντοπισμός σφαλμάτων,Βελτιούμενος,διορθωτική,επανορθωτικό,ρύθμιση

επιζήμιος,πονώντας,βλαπτική,βλαβερό,επιδεινούμενος,βλαβερός,φθορά,κακομαθαίνω,Επιδεινώνοντας

red-penciled => σημειωμένο με κόκκινο μολύβι, red-pencil => κόκκινο μολύβι, redoubts => προπύργια, redoubling => διπλασιασμός, redoubles => διπλασιάζει,