Greek Meaning of righting

ανόρθωση

Other Greek words related to ανόρθωση

Definitions and Meaning of righting in English

Webster

righting (p. pr. & vb. n.)

of Right

FAQs About the word righting

ανόρθωση

of Right

βελτιωτικό,βελτίωση,Βελτιούμενος,διόρθωση,συντόμευση,ρύθμιση,τροποποίηση,μπλε μολύβι,διορθωτικός,Κοπή

επιζήμιος,βλαβερός,πονώντας,βλαπτική,βλαβερό,επιδεινούμενος,φθορά,κακομαθαίνω,Επιδεινώνοντας

right-hearted => Δικαιοκαρδία, right-hander => δεξιόχειρας, righthander => δεξιόχειρ, right-handedness => δεξιόχειρας, right-handed pitcher => Δεξιόχειρας ρίπτης,