Greek Meaning of red-penciled
σημειωμένο με κόκκινο μολύβι
Other Greek words related to σημειωμένο με κόκκινο μολύβι
- τροποποιημένος
- διορθωμένο
- αλλαγμένος
- διορθωμένο
- διορθωμένο
- βελτιωμένη
- διορθωμένο
- μεταρρυθμισμένος
- Διορθωμένο
- ξαναέγραψε
- προσαρμοσμένο
- τροποποιημένο
- βελτιωμένος
- βελτιωμένος
- γράφτηκε με μπλε μολύβι
- κόβω
- σταθερός
- τροποποιημένο
- διαμορφωμένο
- τελειοποιημένος
- γυαλισμένο
- Επανασχεδιάστηκε
- διορθωμένο
- Ανασχεδίασε
- ρυθμιζόμενο
- επισκευάστηκε
- επανασχεδιασμένος
- αναθεωρημένο
- επανεξετασμένο
- σωστός
- συντομευμένο
- τροποποιημένο
Nearest Words of red-penciled
Definitions and Meaning of red-penciled in English
red-penciled
correct, revise, censor
FAQs About the word red-penciled
σημειωμένο με κόκκινο μολύβι
correct, revise, censor
τροποποιημένος,διορθωμένο,αλλαγμένος,διορθωμένο,διορθωμένο,βελτιωμένη,διορθωμένο,μεταρρυθμισμένος,Διορθωμένο,ξαναέγραψε
κατεστραμμένος,βλάβη,πόνος,εξασθενημένος,τραυματισμένος,κατεστραμμένο,κακομαθημένος,επιβαρυντική,κακομαθημένος,επιδεινώθηκε
red-pencil => κόκκινο μολύβι, redoubts => προπύργια, redoubling => διπλασιασμός, redoubles => διπλασιάζει, redoing => επανεκτέλεση,