Greek Meaning of marred
κατεστραμμένο
Other Greek words related to κατεστραμμένο
Nearest Words of marred
- marrer => καταστρέφω
- marri => Μάρρι
- marriable => ετοιμόγαμπρος
- marriage => γάμος
- marriage bed => γαμήλιο κρεβάτι
- marriage broker => προξενητής
- marriage brokerage => γραφείο συνοικεσίων
- marriage ceremony => τελετή γάμου
- marriage contract => γαμήλιο συμβόλαιο
- marriage counseling => Συμβουλευτική γάμου
Definitions and Meaning of marred in English
marred (s)
blemished by injury or rough wear
marred (imp. & p. p.)
of Mar
FAQs About the word marred
κατεστραμμένο
blemished by injury or rough wearof Mar
σπασμένο,κατεστραμμένος,ελαττωματικό,εξασθενημένος,ατελής,ατελής,τραυματισμένος,κακομαθημένος,αποσπασματικό,μισό
ολοκληρωμένο,ολόκληρος,γεμάτος,ανέπαφος,ολοκλήρωμα,τέλειο,ολόκληρος,τελειωμένος,άψογος,άφθαρτος
marrano => μαρανοί, marram => άμμοχλοο, marrakesh => Μαρακές, marrakech => Μαρακές, marquisship => μαρκιωνία,