Greek Meaning of cleared off

καθαρισμένο

Other Greek words related to καθαρισμένο

Definitions and Meaning of cleared off in English

cleared off

to go away

FAQs About the word cleared off

καθαρισμένο

to go away

αποθανών,δραπέτευσε,εκκενωμένος,πήρα,μετακινηθήκαμε,άφησε,πήγε,καθάρισε,ανασκαμμένο,βγήκε

έφτασε,ήρθε,παρέμεινε,εμφανίστηκε,ανέβηκε,πλησίασε,Κλειστό,κατοικούσε,καταλύει,έφτασε

cleared (up) => καθαρισμένο, clearances => διαστημάτων, clear (up) => σαφής, cleanups => καθαρισμοί, cleanses => Καθαρίζει,