Greek Meaning of lighted out

βγήκε

Other Greek words related to βγήκε

Definitions and Meaning of lighted out in English

lighted out

set off, to leave in a hurry

FAQs About the word lighted out

βγήκε

set off, to leave in a hurry

καθαρίζω,απόδραση,αποκτήστε (μακριά),Φύγε,δραπετεύω,δραπετεύω,εξαφανίζομαι,δραπετεύω,τρέχει σαν να τον κυνηγούν,λάμδα

γενειάδα,Αντιμετωπίζω,τολμώ,αψηφώ,Πρόσωπο,μένω,κατοικώ,γενναίος,κατοικώ,αραιώνω

lighted (upon) => φωτισμένος (πάνω), lighted (up) => φωτισμένος (φωτισμένη), light out => Σβήνω το φως, light into => φως μέσα, light heavyweights => ελαφρών βαρέων βαρών,