Greek Meaning of tarried

καθυστερούσε

Other Greek words related to καθυστερούσε

Definitions and Meaning of tarried in English

Webster

tarried (imp. & p. p.)

of Tarry

FAQs About the word tarried

καθυστερούσε

of Tarry

κατοικούσε,παρέμεινε,περίμενε,έμεινε,κατοικία,κατοικούσε,έμεινε,Γυρνούσε,αναμενόμενο,καθυστερείν

ελευθερώθηκε εγγυημένος,κόβω,αποθανών,δραπέτευσε,έφυγε,Αριστερά,μετακινηθήκαμε,παραιτούμαι,άφησε,πήγε

tarriance => παραμονή, tarred-and-feathered => γυμνός και με φτερά, tarred => πίσσα, tarre => ταρίφα, tarras => Τάρρας,